μας επισκεφθήκατε

Τρίτη 24 Νοεμβρίου 2020

Α1//Λογοτεχνία/Σχόλιο στον πίνακα του Γύζη ''Γιάντες''

 Το γιάντες είναι ένα λαϊκό παιχνίδι μνήμης, που παίζεται από δύο παίκτες, χρησιμοποιώντας ένα διχαλωτό κοκαλάκι που έχει η κότα στο στήθος. 

Το ζευγάρι των παικτών διαχωρίζει το κοκαλάκι στην μέση και έχοντας προσυμφωνήσει κάποιο στοίχημα, περνά την υπόλοιπη ημέρα προσπαθώντας να ξεγελάσει ο ένας τον άλλον, δίνοντάς του πράγματα. Αυτός που θα πιάσει κάτι πρώτος και ξεχάσει να πει την λέξη “γιάντες”, χάνει το στοίχημα. Το διασκεδαστικό αυτό παιχνίδι παίζεται ακόμα και σήμερα στην ελληνική περιφέρεια κυρίως και φαίνεται να είναι γνωστό στις περισσότερες τουλάχιστον περιοχές της Ελλάδας.



Το 1878, ο Νικόλαος Γύζης ζωγραφίζει με λάδι σε μουσαμά ένα θαυμάσιο πορτραίτο μιας κοπέλας, που το αφήνει ατελές, τιτλοφορώντας το “Το γιάντες” και που σήμερα αποτελεί μέρος της συλλογής της Εθνικής Πινακοθήκης Αθηνών. Πρόκειται για το μισό πορτραίτο μιας όμορφης κοπέλας, σε στάση τριών τετάρτων, σε ένα αφύσικο, κόκκινο φόντο, που μπορεί να είναι τοίχος ή κάτι απροσδιόριστο. Η κοπέλα φαίνεται να φορά κόκκινο ρούχο, το οποίο μάλλον θα σκόπευε να τροποποιήσει ο ζωγράφος, ώστε να μην είναι ενιαίο με το φόντο και στο κεφάλι φοράει μαύρο κεφαλόδεσμο, δεμένο κάτω από το σαγόνι, με τα μαύρα της μαλλιά να πέφτουν μπροστά από τους ώμους της. Δεν κοιτά απ’ ευθείας τον θεατή και φαίνεται να έχει ιδιαίτερα λυπημένη έκφραση, σαν να έχει μόλις κλάψει. Θα μπορούσαμε να συμπεράνουμε πως δεν πρόκειται για κάποια εύπορη κοπέλα, λόγω του ντυσίματός της. Τα μεγάλα, εκφραστικά μάτια, το θλιμμένο, υγρό βλέμμα, το μισάνοιχτο στόμα, η αποστασιοποίηση από το περιβάλλον, η απουσία λεπτομερειών στο φόντο, το έντονο κόκκινό του, όλα συντελούν στο να τονίσουν την μελαγχολία της κοπέλας. Για ποιόν λόγο όμως αυτή η κοπέλα είναι μελαγχολική; Μήπως επειδή έπαιξε γιάντες και έχασε; Εάν ναι, τι ήταν αυτό που έδωσε και στεναχωρήθηκε τόσο; Μήπως για κάποιον άλλον λόγο; Εάν ναι, γιατί ο Γύζης τιτλοφόρησε τον πίνακα “Το γιάντες”;

Τα ερωτήματα αυτά με έκαναν να ψάξω και μετά από έρευνα διαπίστωσα πως στην περσική γλώσσα, το yād ast ( ياد أست ) σημαίνει “θυμάμαι”. Οι Τούρκοι χρησιμοποιούν την λέξη yâdes, που προέρχεται από το yadetmek που σημαίνει «θυμίζω». Η λέξη είναι προφανέστατα ασιατικής προέλευσης και ενσωματώθηκε στα ελληνικά, όταν ήρθαν οι πρόσφυγες, όπως αρκετές άλλες τούρκικες λέξεις. Ίσως λοιπόν ο Γύζης είχε ως πρόθεση να καταδείξει με τον τίτλο, όχι το παιχνίδι γιάντες, αλλά κάτι που η κοπέλα θυμάται και την συγκινεί και δεδομένης και της αναγνωρισιμότητας της λέξης, το τιτλοφόρησε “Το γιάντες”. Ίσως ακόμα, ο τίτλος να έχει μεν σχέση με το παιχνίδι, αλλά αυτό που έδωσε η κοπέλα παίζοντάς το, να ήταν τόσο σημαντικό ώστε να της τάραξε τον ψυχικό της κόσμο. Θα μπορούσε για παράδειγμα να είναι η χαμένη της αθωότητα, κάτι ιδιαίτερα σημαντικό για την εποχή που φιλοτεχνήθηκε ο πίνακας, μια χαμένη αγάπη, ακόμα και μια απουσία. Το σίγουρο είναι πως η μελαγχολία της δεν προέρχεται επειδή απλά έπαιξε κι έχασε σε ένα δημοφιλές παιχνίδι.

 Η μελαγχολική έκφραση του άγνωστου αυτού κοριτσιού, σε συνδυασμό με τον τίτλο “Το γιάντες”, που αναφέρεται στην θύμηση, την μνήμη, συνδέει απ’ ευθείας και πολύ λογικά, την μνήμη με την μελαγχολία, δηλαδή την πρόκληση της μελαγχολίας εξ’ αιτίας μιας κακής ανάμνησης. Σε αντίθεση με αυτό, σήμερα όταν μιλάμε για κατάθλιψη, εννοούμε μια ιδιαίτερα βαριά ψυχοσωματική ασθένεια που αρκετές φορές οδηγεί και στην αναπηρία και που μεταξύ άλλων φθείρει και την μνήμη.

Μαίρη Σβαρνιά

Ιστορικός Τέχνης-Μουσειολόγος.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.